Παρακολουθούσα καιρό τις δράσεις του συλλόγου, όμως ένας δισταγμός με κράταγε στην παθητική παρακολούθηση. Παρασκευή βράδυ καλώ σε ένα από τα τηλέφωνα των υπευθύνων. Η αίσθηση που μου έμεινε από την ηρεμία και την ευγένεια του υπεύθυνου πυροδότησε την λαχτάρα μου για την επικείμενη εξόρμηση της Κυριακής.
Κυριακή 18 Νοεμβρίου (ή καλύτερα 109 Αυγούστου) 2016.
08.00 π.μ. είμαι στον χώρο συνάντησης φοβούμενη ότι έχασα το ραντεβού. Όμως είναι ακόμη (σχεδόν) όλοι εκεί. Το αρχικό άγχος για το τι μέλλει γενέσθαι υποχωρεί καθώς τα πρώτα χαμόγελα καλωσορίσματος στρέφονται προς το μέρος μου. Σε μια πρακτική απορία μου γνωρίζω την Αναστασία. Πρόσωπο κλειδί καθ’όλη τη διάρκεια της ημέρας. Η αφοπλιστική ευγένειά της δεν άφηνε περιθώρια για δεύτερες σκέψεις. Ούτε για πρώτες. Επιβίβαση στα βανάκια του συλλόγου, ψιλή κουβεντούλα, κοινά στοιχεία και οι πρώτες ενδείξεις ικανοποίησης για την επιλογή να βρίσκομαι εκεί.
Η διαδρομή όμορφη, λίγος πάγος, λίγο πάχνη και τα (λίγα) αγόρια μας. Ώρα 09:53 βρισκόμαστε στο Νεοχώρι έτοιμοι για αναχώρηση. Η πρώτη στάση για φωτογραφίες λίγο πριν το 1’ λεπτό πεζοπορίας. Στη συνέχεια της ημέρας θα καταλάβαινα πόσο πολύ αγαπάει ο σύλλογος την απαθανάτιση στιγμών. Πολλών στιγμών. Αλήθεια, πολλών!
Αφήνουμε πίσω το χωριό και διασχίζουμε το μονοπάτι της Ρεκίτσας, με όλη την παράλληλη σκηνοθετική διάθεση να λαμβάνει χώρα σε κάθε βήμα, ανηφόρα, άνοιγμα. Ευχές για τη νέα χρονιά, το αρχικό κρύο υποχωρεί και οι πρώτες συστάσεις σπάνε τον «πάγο» με τα υπόλοιπα μέλη του συλλόγου. Η Αναστασία σταθερά κάπου γύρω μου, δεν την έβλεπα πάντα, αλλά την ένιωθα. Λίγο πριν τη μέση της διαδρομής στρίβουμε για να φτάσουμε στο πρώτο σημείο όπου θα ξαποσταίναμε, στην Ανάληψη. Αυθόρμητα επιφωνήματα χαράς για το μέρος που επέλεξε ο αρχηγός να σταματήσουμε, αφού το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής ως εκείνη τη στιγμή ήταν ανήλιο, σε αντίθεση με την Ανάληψη όπου ο ήλιος άπλωνε γενναιόδωρα τις αχτίδες του. Ιδιαίτερο μέρος, μια υπαίθρια ξύλινη τραπεζαρία κατάλληλη για πικ νικ και εν προκειμένω για κολατσιό, και μια καλύβα με μινιμαλιστική προσέγγιση: ένας καθρέπτης πριν την είσοδο της καλύβας, στο εσωτερικό ένα κρεβάτι, μια Biofreeze, ένας νυχοκόπτης και ραπτικά. Αφήνω ελεύθερους τους συνειρμούς του καθενός για το βαθμό αναγκαιότητας τους. Μόλις βγήκα από την καλύβα, η πλειοψηφία των γυναικών είχε εξαφανιστεί. Η Δέσποινα έριξε φως στο μυστήριο και ήταν ανακουφιστικό από κάθε άποψη. Σακίδια στην πλάτη, σκηνοθετική παρέμβαση και πάλι, ευχές και οδηγίες από τον αρχηγό για τη συνέχεια της πορείας.
Σε κάποιο σημείο λίγο παρακάτω, χωρίστηκε η ομάδα και τότε έμαθα τι είναι η «Σκούπα». Ο άνθρωπος που είναι ο δεύτερος υπεύθυνος μετά τον αρχηγό για την εξασφάλιση της επιστροφής όλων των συμμετεχόντων. Όσο ακούγεται το «Εεεοοος» και ανταπάντηση «Εεεοοος» είμαστε καλά. Στο σημείο αυτό ο Κώστας μου πρότεινε έναν πρακτικό τρόπο να βολέψω το μπουφάν μου για να ελαφρύνω το βάρος στα χέρια μου και η Αντιγόνη μου έδειξε ένα πιο κατάλληλο κασκόλ για πεζοπορία στο βουνό από το δίμετρο με χοντρή κλωστή που μπαινόβγαινε στο λαιμό μου κάθε 5’.
Μαλεβός 1.500 μέτρα. Η θέα δεν άφηνε περιθώρια για λόγια, μόνο για βαθιές εισπνοές και χαμόγελα, χαμόγελα παντού. Ξανά μικρό διάλειμμα και μίνι σύσκεψη για το αν θα ακολουθούσαμε τη διαδρομή της μίας ώρας ή των δύο. Άκουγα με προσοχή τη μία φωνούλα μετά την άλλη να λέει «τη δίωρη φυσικά». Κι έτσι έγινε.
Επόμενη στάση το τριεθνές. Το σημείο όπου συναντώνται η Αρκαδία, η Μεσσηνία και η Λακωνία. Τα δέντρα πιο πυκνά τώρα πολλά έλατα, πεύκα, καστανιές. Μια ομορφιά, μια ανεκτίμητη παρθένα ομορφιά. Φτάνοντας στο τριεθνές δεν ξέρω αν ήταν η κούραση της τελευταίας ανηφόρας ή η συνειδητοποίηση του πού βρισκόμαστε, όμως όλοι βρήκαν μια πέτρα κι έμειναν εκεί αρκετή ώρα. Μαλεβός 1.600 μέτρα. Τις ελάχιστες στιγμές που δεν μιλούσε κανείς, ήταν μαγικό, «απόλυτο» το συναίσθημα που ξυπνούσε η φύση. Για μένα κάθαρση, συνειδητοποίηση πως μεγαλώνουμε για να φτάσουμε στο φως. Κι εκεί γίναμε Φως. Αν στο ενδιάμεσο υπήρξαν μικρά παραπονάκια, μετά από το Τριεθνές τα πνεύματα καταλάγιασαν και πάλι. Πιο ανάλαφροι, και εμφανώς πιο γρήγοροι πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Ο αρχηγός είχε ήδη γεμίσει μια σακούλα μανιτάρια, τα οποία αξιοποιήθηκαν καταλλήλως λίγο αργότερα στην ταβέρνα του Μαυρίκη στην Άνω Μεριά της Αλαγονίας. Μια ενδιαφέρουσα πληροφορία που επιβεβαιώθηκε από όλους πριν τη λήξη της διαδρομής είναι η αντοχή του Μανώλη στα καυτερά φαγητά. Το αναφέρω εδώ, γιατί μάλλον θα το επιβεβαιώσω δια στόματος της υποφαινόμενης στο εγγύς μέλλον.
15:30 Επιβίβαση στα βανάκια και πρόσω ολοταχώς για φαγητό και επαναφόρτιση σωματικής ενέργειας γιατί η πνευματική είχε χτυπήσει κόκκινο ώρες πριν! Η θέα σε όλη τη διαδρομή προς το χωριό με καθήλωσε και συνεχίστηκε στο μπαλκόνι του Μαυρίκη. Φάγαμε, ήπιαμε κλείσαμε φυσικά με ένα βίντεο για την ολοκλήρωση της τελευταίας εξόρμησης του συλλόγου και δώσαμε ραντεβού για τη νέα χρονιά.
Η πληρότητα και η χαρά για τους ανθρώπους που γνώρισα, τους «κορφάκηδες», το ομαδικό πνεύμα που κυριαρχούσε δεν μου αφήνουν περιθώρια παρά για μία μόνο ευχή: Είθε η εξόρμηση αυτή να είναι το εναρκτήριο λάκτισμα ενός παραμυθένιου νέου κύκλου στα άδυτα της φύσης με ανθρώπους που το αγαπούν και είναι πρόθυμοι να μοιραστούν την εμπειρία τους με νέα μέλη!
Αγάπη και Φως,
Έλενα Ηλιάδου
2016-12-20 18:41:02